- χθεσινοβραδινός
- -ή, -ό, Ναυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο βράδυ τής προηγούμενης ημέρας, αυτός που έγινε ή συνέβη χθες βράδυ.[ΕΤΥΜΟΛ. < χθεσινός + βραδινός. Η λ., με τη γρφ. χθεσινοβραδυνός, μαρτυρείται από το 1885 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.